Let us know how it is going

Η ΤΟΝΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

αυταρχισμός: το σύστημα ή η πρακτική που αφορά την πλήρη υπακοή ή την πίστη σε μια αυθεντία ή σε ειδικούς, χωρίς να κάνει κανείς ερωτήσεις ή να αξιολογεί τις πληροφορίες από μόνος του.

απροκάλυπτα: με τρόπο που είναι φανερά δηλωμένος ή αναγνωρισμένος.

συμπεριφορά: ο τρόπος με τον οποίο ένα άτομο ή πράγμα συμπεριφέρεται ή ενεργεί ως απόκριση σε μια κατάσταση ή σε άλλους ανθρώπους.

πλεονέκτημα: μια αύξηση σε ποσότητα, ισχύ κ.λπ.

σκευωρία: δόλια σχέδια ή κρυφές ενέργειες εναντίον κάποιου.

ιδιότροπος, -η, -ο: αυτός που συμπεριφέρεται με απρόβλεπτο και όχι πάντα λογικό τρόπο.

αντιλαμβάνομαι: βλέπω και κατανοώ τι συμβαίνει.

χρόνιος, -α, -ο: που διαρκεί για πολύ καιρό ή που επανεμφανίζεται συχνά.

Κλήαρ: ένα άτομο που δεν είναι παρεκκλίνον. Είναι ορθολογικός από την άποψη ότι καταλήγει στις καλύτερες δυνατές λύσεις βάσει των δεδομένων που έχει και βάσει της οπτικής του γωνίας. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω του κλήαρινγκ, όπου απελευθερώνεται όλος ο σωματικός πόνος και το οδυνηρό συναίσθημα από τη ζωή ενός ατόμου. Διάβασε το βιβλίο Dianetics: Η Σύγχρονη Επιστήμη της Πνευματικής Υγείας.

επικοινωνία: η ανταλλαγή ιδεών ανάμεσα σε ανθρώπους.

σταθερότητα: σεξουαλική αφοσίωση και πίστη στον σύζυγο ή στη σύζυγο.

ασθένεια εναπόθεσης: μια ασθένεια ή πάθηση κατά την οποία εναποθέσεις υλικού (στρώματα μιας ουσίας που σχηματίζονται σταδιακά σε μια επιφάνεια) σχηματίζονται σε κάποιο μέρος του σώματος, για παράδειγμα, η αρθρίτιδα, όπου κομμάτια χόνδρου (μια ουσία παρόμοια με κόκαλα) που έχουν σκληρύνει συγκεντρώνονται στις αρθρώσεις, προκαλώντας πρήξιμο και παραμόρφωση.

δυναμικά: οι οχτώ ορμές (ωθήσεις, παρορμήσεις) για επιβίωση στη ζωή. Αυτές είναι οι ωθήσεις για επιβίωση ως ή μέσω (1) του εαυτού· (2) του σεξ, της οικογένειας και της μελλοντικής γενιάς· (3) των ομάδων· (4) της Ανθρωπότητας· (5) της ζωής, όλων των οργανισμών· (6) της ύλης, της ενέργειας, του χώρου και του χρόνου, του φυσικού σύμπαντος· (7) των πνευμάτων· και (8) του απείρου ή του Υπέρτατου Όντος.

ενδοκρινικός, -ή, -ό: αυτός που σχετίζεται με το σύστημα των αδένων που παράγουν ορμόνες (χημικές ουσίες) στο σώμα. Αυτοί οι αδένες (ειδικά όργανα ή ομάδες κυττάρων) και οι ορμόνες τους ελέγχουν την ανάπτυξη, την εξέλιξη και τη λειτουργία ορισμένων ιστών και συντονίζουν πολλές διαδικασίες μέσα στο σώμα. Για παράδειγμα, μερικοί από αυτούς τους αδένες αυξάνουν την πίεση του αίματος και τον καρδιακό παλμό σε περιόδους άγχους.

έγγραμμο: μια διανοητική εικόνα η οποία αποτελεί καταγραφή κάποιας φοράς που υπήρχε σωματικός πόνος και αναισθησία. Πρέπει, εξ ορισμού, να περιέχει πρόσκρουση ή τραυματισμό ως τμήμα του περιεχομένου του.

ενθήτα: διαταραγμένο θήτα (θήτα σε διαταραγμένη, ανάστατη ή ανήσυχη κατάσταση). Θήτα είναι η ενέργεια της σκέψης και της ζωής. Είναι λογικός τρόπος σκέψης, γαλήνη, σταθερότητα, ευτυχία, ευθυμία, επιμονή και οι υπόλοιποι παράγοντες που ο Άνθρωπος συνήθως θεωρεί επιθυμητούς.

ενθήτα γραμμές: ενθήτα γραμμές επικοινωνίας, γραμμές που είναι μοχθηρές ή συκοφαντικές (περιέχουν ψευδείς και κακόβουλες δηλώσεις για κάποιον οι οποίες βλάπτουν τη φήμη του).

ενθουσιασμός: ένα αίσθημα έντονης συγκίνησης για κάτι και προθυμία να συμμετέχεις σ’ αυτό.

διαταράσσω: κάνω κάποιον να ταράζεται ή να αναστατώνεται.

περιβάλλον: τα πράγματα που περιβάλλουν κάποιον, όπως όλος ο χώρος, τα αντικείμενα, οι ζωντανοί οργανισμοί και τα στοιχεία της φύσης γύρω του.

ηθική: αρχές σχετικά με το τι είναι ορθό, ηθικό ή λογικό οι οποίες καθοδηγούν τις επιλογές και τις ενέργειες κάποιου προς τον εαυτό του και τους άλλους.

παράγοντας: ένα από τα πράγματα που επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο συμβαίνει κάτι ή το αν αυτό θα συμβεί.

επιπόλαιος, -α, -ο: αυτός που ενδίδει σε ξαφνικά καπρίτσια (ξαφνικές ή παράξενες επιθυμίες), που δεν παίρνει στα σοβαρά τα πράγματα, ελαφρός (αυτός που έχει έλλειψη σοβαρότητας) ή ανεύθυνος.

υποτιμώ: λέω, κάνω ή υπαινίσσομαι κάτι με αποτέλεσμα ένα άτομο να φαίνεται ότι κάνει λάθος ή να αισθάνεται λιγότερο βέβαιο για τις ικανότητές του.

νευρολογικός, -η, -ο: αυτός που σχετίζεται με τα νεύρα και το νευρικό σύστημα.

μοτίβο: ο επαναλαμβανόμενος ή συνηθισμένος τρόπος με τον οποίο κάτι συμβαίνει ή γίνεται.

διαστροφή: 1. οποιοδήποτε από τα διάφορα μέσα για την απόκτηση σεξουαλικής ικανοποίησης που γενικά θεωρείται ανώμαλο. 2. Το να αποφεύγεις την αλήθεια ή το σωστό· το να εκτρέπεσαι σε μια ακατάλληλη χρήση.

φυσιολογία: ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι φυσικές διαδικασίες του σώματος.

λύπηση: θλίψη που νιώθει κανείς για τα βάσανα ή την κακοτυχία ενός άλλου ατόμου.

θετική υποβολή: η υποβολή ή η εντολή που δίνεται σ’ ένα υπνωτισμένο άτομο που μετά την υπακούει χωρίς να το συνειδητοποιεί.

προβλέπω: λέω ή επεξεργάζομαι τι πρόκειται να συμβεί.

πραγματικότητα: αυτό που φαίνεται ότι υφίσταται. Η πραγματικότητα είναι βασικά συμφωνία. Αυτό που συμφωνούμε ότι είναι πραγματικό, είναι πραγματικό.

πρόχειρος, -η, -ο: αυτός που γίνεται με απρόσεκτο, ακατάστατο τρόπο.

στερεότητα: η κατάσταση ή η ιδιότητα του να είσαι στερεός (σκληρός ή σταθερός).

κολλημένος, -η, -ο: καθηλωμένος σε μια συγκεκριμένη κατάσταση ή θέση κ.λπ. και ανίκανος να κινηθείς ή να μετακινηθείς.

εξιδανικευμένος -η, -ο: αλλαγμένος σε κάτι που θεωρείται πιο υψηλό, πιο ευγενές ή πιο εκλεπτυσμένο.

διατροφή: το φαγητό και τα υγρά που χρειάζονται οι άνθρωποι για να είναι υγιείς και δυνατοί.

θήτα: η ενέργεια της σκέψης και της ζωής. Το θήτα είναι λογικός τρόπος σκέψης, γαλήνη, σταθερότητα, ευτυχία, ευθυμία, επιμονή και οι υπόλοιποι παράγοντες που ο Άνθρωπος συνήθως θεωρεί επιθυμητούς.

ανέχομαι: βιώνω κάτι με ευκολία ή άνεση.

Τονική Κλίμακα: μια κλίμακα συναισθηματικών τόνων που δείχνει τα επίπεδα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αυτοί οι τόνοι, που κυμαίνονται από τον υψηλότερο έως τον χαμηλότερο, είναι, εν μέρει: Ενθουσιασμός, Συντηρητισμός, Ανία, Ανταγωνισμός, Θυμός, Καλυμμένη Εχθρότητα, Φόβος, Θλίψη και Απάθεια.

ρίχνω σε καταληψία: φέρνω κάποιον σε κατάσταση καταληψίας ή ύπνωσης. Καταληψία (ονομάζεται επίσης υπνωτική καταληψία) είναι μια κατάσταση, όπως αυτή που δημιουργείται από την ύπνωση, στην οποία κάποιος είναι ζαλισμένος ή αναίσθητος ή με κάποιον άλλο τρόπο δεν έχει πλήρη επίγνωση του περιβάλλοντος στο παρόν.

αμφιταλάντευση: η ενέργεια του να αλλάζεις τη γνώμη σου ή την άποψή σου· η αναποφασιστικότητα.