ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΗΘΙΚΗΣ
βελτιώνω: καλυτερεύω κάτι.
φθίνω: αλλάζω προς το χειρότερο ή προς μια λιγότερο επιθυμητή κατάσταση.
μείωση: μια μικρή πτώση ή χαμήλωμα στο επίπεδο κάποιου πράγματος.
διαταράσσω: διακόπτω ή φέρνω σε κατάσταση αταξίας.
προσπάθεια: η απόπειρα να κάνεις κάτι, ειδικά κάτι που είναι δύσκολο.
γκάτζετ: μια μικρή συσκευή που εκτελεί ή συμβάλλει σε μια απλή δραστηριότητα.
τεμπελιάζω: σπαταλώ χρόνο, αγνοώ τις ευθύνες μου ή κάνω πράγματα που δεν είναι σημαντικά.
κληρονομώ: λαμβάνω τα υπάρχοντα, τα χρήματα και/ή την ιδιοκτησία κάποιου αφού έχει πεθάνει.
εκθεσιακός χώρος: μια μεγάλη αίθουσα στην οποία επιδεικνύονται αυτοκίνητα προς πώληση.
ελαφρώς: σε πολύ μικρό βαθμό.